♦ Η θέση των κωφών στην κοινωνία,
ένας δημοκρατικός αγώνας όλων
Πάτρα, 20 Μαρτίου 2018
<
(Προβολή του έργου του Stéphane Correa «Αν κατάλαβα καλά», Σεπτέμβρης 2013, από την εκπομπή “L’Oeil et la Main” (Το Μάτι και το Χέρι) του Πέμπτου Καναλιού της γαλλικής τηλεόρασης)
Ο Φρανσουά Ζιρώ ήταν ασθενής της μονάδας περίθαλψης κωφών του νοσοκομείου όπου δουλεύω στο Παρίσι και, όπως είδατε, τον καρκίνο του τον έκανε σημαία του αγώνα του όχι μόνο ενάντια στην αρρώστειά του αλλά και ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό των κωφών. Πέθανε τον Σεπτέμβρη του 2013, την εποχή δηλαδή της παρουσίασης του ντοκυμαντέρ στη γαλλική τηλεόραση, έξη μήνες μετά το γύρισμα του έργου αυτού. Στη συνέχεια του θανάτου του, μιά ομάδα κωφών κινητοποιήθηκε και ίδρυσε τον πρώτο σύλλογο κωφών στη Γαλλία για τον αγώνα εναντίον του καρκίνου, ένας σύλλογος πολύ δραστήριος που οργανώνει ενημερωτικές ομιλίες για την προώθηση της πληροφόρησης και της πρόληψης του καρκίνου στην κοινότητα των κωφών.
Το 1975 ξεκίνησε ένα κίνημα στη Γαλλία που ονομάζεται τώρα «το ξύπνημα των Κωφών». Αυτό το κίνημα εντάσσεται μέσα σ’ ένα πιο γενικό διεθνές κίνημα συλλογικής αυτοπροβολής των Κωφών και των ατόμων με ειδικές ανάγκες γενικά. Ειδικά οι κωφοί διεκδίκησαν την αναγνώριση της νοηματικής γλώσσας, την εισαγωγή της στα σχολεία και τη διδασκαλία της, τη χρήση της στις καθημερινές συναλλαγές, προέβαλαν την κουλτούρα των Κωφών και γενικά κινητοποιήθηκαν για την καταπολέμηση του αποκλεισμού τους σε κάθε τομέα της κοινωνικής τους ζωής.
Στο έργο που είδαμε, ο Φρανσουά Ζιρώ, όπως και πάρα πολλοί κωφοί, διεκδικεί το δικαίωμα για παροχή περίθαλψης στη γλώσσα της επιλογής του. Η διεκδίκηση του Φρανσουά όπως και πολλών κωφών ήταν λοιπόν η αναγνώριση από τους ακούοντες της ατομικής και κοινωνικής τους ύπαρξης. Αυτή είναι η πρώτη αλλαγή νοοτροπίας που θα σημειώσω.
Το 1995, ιδρύθηκε η πρώτη μονάδα περίθαλψης κωφών στα πλαίσια του δημοσίου στο νοσοκομείο Σαλπετριέρ στο Παρίσι. Από τότε, έχουν ιδρυθεί άλλες 18 μονάδες σε όλη τη Γαλλία που πραγματοποιούν πάνω από 20 000 συνεδρίες το χρόνο για 6000 ασθενείς. Η δεύτερη λοιπόν αλλαγή είναι το ότι τα νοσοκομεία παραδέχτηκαν ότι για να εκτελέσουν το δημόσιο τους λειτούργημα παροχής περίθαλψης σε όλους, πρέπει τα ίδια να προσαρμόσουν τη λειτουργία τους στις εκάστοτε ανάγκες των ασθενών που περιθάλπτουν.
Και σ’ αυτή τη διαδικασία προσαρμογής, το θέμα της γλώσσας επικοινωνίας είναι κεντρικό. Γι’ αυτό το λόγο, όχι μόνο τα ακούοντα μέλη των μονάδων περίθαλψης κωφών της Γαλλίας κατέχουν τη νοηματική γλώσσα, αλλά έχουν προσληφθεί και κωφοί επαγγελματίες που ονομάζονται «διαμεσολαβητές», στο ρόλο των οποίων θα επανέλθω στη συνέχεια.
Εντοπίζουμε λοιπόν δύο κινήσεις: τη συλλογική αυτοπροβολή των Κωφών και την κοινωνική αλλαγή από μέρους των ακουόντων, με συνδετικό κρίκο τη γέφυρα που αποτελεί η νοηματική γλώσσα. Η νοηματική γλώσσα, η ευρεία χρήση της, η διάδοσή της και η ανάπτυξή της συνιστούν ένα μέσο – μεταξύ άλλων, και γι’ αυτό θα μιλήσω στη συνέχεια – καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού των κωφών και της ενίσχυσης της κοινωνικής τους ένταξης.
Κάνω εδώ μια παρένθεση:
Υπάρχουν δύο δρόμοι: ο ένας προς την κοινωνική ένταξη των κωφών και την αναγνώριση της ατομικής και κοινωνικής τους ύπαρξης, ο άλλος είναι η σύνεχιση της άγνοιας των ιδιαιτεροτήτων τους και η άρνηση αναγνώρισης και διασφάλισης σε διάφορους βαθμούς των μέσων που μπορούν να συμβάλουν στην κοινωνική τους ένταξη. Το θέμα της άρνησης και των διαφόρων μορφών που λαμβάνει είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα τα οποία όμως δεν πιστεύω να καταφέρω να το αναλύσω σήμερα.
Αναγκάζομαι να προσεγγίσω το θέμα μας κάπως σχηματικά. Θα ξεκινήσω με το θέμα του παιδιού που γεννιέται κωφό σε μια ακούουσα οικογένεια καθώς αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 90% των περιπτώσεων. Οι γονείς που οι περισσότεροι είναι απροετοίμαστοι και δεν αντιμετώπισαν ποτέ το θέμα της κώφωσης, παθαίνουν ένα σοβαρό σοκ και η ζωή τους σείεται συνθέμελα, βάζοντας σε κίνδυνο όλα τα εύθραυστα σημεία του παρελθόντος τους. Εδώ και τώρα, αναγκάζονται να παρούν θέση σ’ ένα σορό υποθέσεις για την καθημερινή ζωή του παιδιού και της οικογένειάς τους, έχουν να αντιμετωπίσουν την πίεση του κανονικού και αναγκάζονται να αναθεωρήσουν πολλές τους συνήθειες, κι όλ’ αυτά ενώ ταυτόχρονα αναζωπυρώνονται παλιά τραύματα και ξανανοίγουν παλιές πληγές που δεν είχαν επουλωθεί καλά. Στερούνται την ανεμελειά που παρόλες τις ανησυχίες που μπορεί να βιώνει ένας νέος γονιός, συνοδεύει συνήθως τη γέννηση ενός παιδιού. Βιώνουν σ’ αυτή την περίπτωση την αδυναμία να έρθουν σε επαφή με το παιδί τους λόγω της διαφορετικής τους φυσικής λειτουργίας και λόγω της ανημπορίας τους να μεταδώσουν τη γλώσσα τους, αυτή που ονομάζουμε “μητρική γλώσσα” – προτιμώ τον όρο «πρώτη γλώσσα». Οι δρόμοι λοιπόν γεφύρωσης του χάσματος σχηματικά είναι δύο: ή θα αγωνιστούν οι γονείς εναντίον της αναπηρίας και θα βάλουν μπρος όποιο ιατρικό και παραϊατρικό μέσο είναι διαθέσιμο για να ακυρώσουν την κώφωση του παιδιού τους σε όποιο βαθμό αυτό καθίσταται δυνατό (με ακουστικά, κοχλιακά εμφυτεύματα, λογοθεραπεία κλπ), ή θα λάβουν υπόψη τους την κώφωση ως ένα μόνιμο δεδομένο στη ζωή του παιδιού τους, οπότε θα χρειαστεί να προσαρμοστεί η ζωή όλων των μελών του περιβάλλοντος του παιδιού (συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του εαυτού τους), δηλαδή να δώσουν προτεραιότητα στην οπτική-κινησιακή επικοινωνία και να εισχωρήσουν στην εκμάθηση και την καθημερινή χρήση της νοηματικής γλώσσας.
Συνηθίζεται να ξεκινάμε τη συζήτηση αντιπαραθέτοντας, από τη μια μεριά, τους υποστηρικτές του κοχλιακού εμφυτεύματος, και από την άλλη, όσους μάχονται υπέρ της νοηματικής γλώσσας, σαν να επρόκειτο για αντίπαλα στρατόπεδα. Και στη μέση, χαμένοι γονείς που αναζητούν απεγνωσμένα μια λύση για το κωφό παιδί τους. Αυτή η προσέγγιση είναι μάλλον στείρα, γιατί δεν θέτει την αντιπαράθεση στις σωστές της βάσεις.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η τεχνολογική πρόοδος σκιαγραφεί καταπληκτικούς ορίζοντες. Το να μπορεί κάποιος να ακούει πάλι ενώ έχασε την ακοή του δεν είναι μικρό πράγμα. Το να μπορεί ένα παιδί να ανακαλύπτει τη φωνή των αγαπημένων του κάνει πολλούς να ονειρεύονται. Είναι κατανοητό. Αν ρωτήσουμε όσους ερευνητές, επαγγελματίες, τεχνικούς και γιατρούς εργάζονται αδιάκοπα για να βελτιώσουν την τεχνολογία αυτή και να την κάνουν προσβάσιμη σε όσο περισσότερους γίνεται τι τους κινεί… σίγουρα θα απαντήσουν, με μεγάλη ειλικρίνεια, ότι νιώθουν πως κάνουν κάτι μεγάλο, και χρήσιμο.
Οι γονείς οι οποίοι, μετά από πολύ προβληματισμό και ψάξιμο, αποφασίζουν να προχωρήσουν στην τοποθέτηση κοχλιακού εμφυτεύματος στο παιδί τους (με ό,τι αυτό συνεπάγεται : λογοθεραπείες, τεχνικές συνεδρίες, …) αξίζουν όλο μας το σεβασμό για την απόφασή τους. Αξίζουν και την στήριξη όσων από μας έχουν ως επάγγελμα ή αποστολή να τους συνοδεύουμε στο δύσκολο δρόμο της ανατροφής ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες.
Αξίζουν το σεβασμό και τη στήριξή μας όσο κι εκείνοι οι γονείς που αποφασίζουν, εντέλει, να μην δοκιμάσουν αυτή την τεχνολογία.
Όπως και να έχει, το ζήτημα αυτό πρέπει να τεθεί σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο, το οποίο πρέπει να ξεκαθαριστεί εξ αρχής : για να αναπτυχθεί ένα άτομο, είτε κωφό, είτε ακούον, σε όποια χώρα κι αν γεννηθεί, χρειάζεται μια φυσική γλώσσα για να έρθει σε επαφή με τον κόσμο, τον έξω και τον εσωτερικό του κόσμο. Φυσική γλώσσα των κωφών είναι μία : η νοηματική γλώσσα, λόγω ακριβώς του οπτικο-κινησιακού της χαρακτήρα.
Ως φυσική γλώσσα, η νοηματική γλώσσα μαθαίνεται όπως όλες οι γλώσσες του κόσμου, από τη στιγμή που υπάρχει το κοινωνικό περιβάλλον που την χρησιμοποιεί. Μπορεί, φυσικά, να διδαχθεί και σε ακαδημαϊκό πλαίσιο αλλά η εκμάθησή της από το παιδί γίνεται συνήθως μέσα από την καθημερινή συναλλαγή με αλλήλους. Η κατάκτηση της νοηματικής γλώσσας δεν έχει αποτύχει ποτέ σε κανένα παιδί, κωφό ή ακούον, εφόσον δεν παρουσιάζει συνοδές παθολογίες που να την εμποδίζουν. Η επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιού μέσω της νοηματικής γλώσσας μπορεί να αρχίσει από τη γέννηση κιόλας του παιδιού και κάθε παιδί, είτε κωφό είτε ακούον, μπορεί να αρχίσει να χειρίζεται τη νοηματική γλώσσα πολύ πριν από την έκφραση κάθε προφορικής γλώσσας.

Η γεφύρωση λοιπόν της διαφοράς μεταξύ γονέων και παιδιού περνά, κατ’ εμέ, από τη χρήση της νοηματικής γλώσσας. Αλλά αυτό δεν φτάνει. Στο περιβάλλον του, το παιδί δεν ζει μόνος του με τους γονείς του. Έχει αδέρφια, έχει παππούδες, γιαγιάδες, θείους και θείες, γείτονες και φίλους συνομίληκους και σε λίγο, θα έχει συμμαθητές και μετά, συμφοιτητές, συναδέρφους και προϊσταμένους στην εργασία του… Θα συναντήσει ίσως και τα μεγάλα δεινά του κόσμου στον οποίο ζούμε: οικονομική κρίση, πόλεμο, επιδημίες, προσφυγιά, ξενιτιά… Δεν πρόκειται λοιπόν μόνο για μια γέφυρα με τους γονείς του αλλά για πολλαπλές και κοινωνικά επεκταμένες επαφές κι ανταλλαγές. Όπως σας έλεγα στην αρχή, το κίνημα διεκδίκησης δικαιωμάτων που έχουν αναπτύξει οι Κωφοί τα σαράντα τελευταία χρόνια δεν αφορά την προσπάθεια αλλαγής της ακουστικής ανεπάρκειας, αλλά αποσκοπεί στην πραγμάτωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των κωφών ως πολιτών. Πρόκειται δηλαδή για την καταπολέμηση των διακρίσεων και του αποκλεισμού. Ο αγώνας αυτός δεν επικεντρώνεται στη λειτουργία ενός οργάνου που φέρει ένα άτομο μέσα στο σώμα του, αλλά στη σχέση μεταξύ συνανθρώπων. Μην ξεχνάμε ότι σ’ αυτό το επίπεδο, της σχέσης, τα εμπόδια στην επικοινωνία είναι μοιρασμένα ανάμεσα στους κωφούς και τους ακούοντες σε ίσα μερίδια, άσχετα από το ποιος φέρει την αναπηρία στο σώμα του.
Οι κοινωνικές αλλαγές λοιπόν πραγματοποιούνται και πρέπει να πραγματοποιούνται σε όλους τους τομείς, σε κάθε επαγγελματικό τομέα, σε κάθε κοινωνικό τομέα, σε εθνικό επίπεδο αλλά και στο διεθνές επίπεδο.
θα αφήσουμε το χώρο του παιδιού και θα αναφερθώ τώρα στους ενήλικες κωφούς, είτε τους δέχομαι ως ασθενείς, είτε συνεργάζομαι μαζί τους στη μονάδα ως επαγγελματίες, είτε διατηρώ μαζί τους σχέσεις φιλίας. Τα άτομα που συναντώ λοιπόν ως ενήλικες έχουν κατά κάποιο τρόπο διαλέξει πλέον το δρόμο τους. Τα στοιχεία που αποτελούν τη ζωή τους είναι δεδομένα, είτε γιατί τα διάλεξαν, είτε γιατί τους επιβλήθηκαν. Συναντώ καθημερινά λοιπόν άτομα τα οποία ακόμα και σήμερα, παρόλες τις κοινωνικές προόδους, βιώνουν καταστάσεις αποκλεισμού που στιγματίζουν τη ζωή τους, προκαλούν καταπίεση και πολιτική, κοινωνική, οικονομική και ψυχολογική υποβάθμιση. Ιδιαίτερα στο θέμα της υγείας, θα ήθελα να αναφέρω ότι τη δεκαετία του 80, στη Γαλλία, ήδη πολλοί επαγγελματίες στο χώρο της ψυχικής υγείας είχαμε εντοπίσει την έλλειψη δομών για κατάλληλη ψυχιατρική περίθαλψη για τους κωφούς με ψυχικές διαταραχές. Το κράτος όμως δεν έδινε σημασία στις διεκδικήσεις αυτές. Τα πράγματα άλλαξαν με την επιδημία του AIDS. Η επιδημία του AIDS εξαπλώθηκε σε όλη την υφήλιο αλλά γρήγορα κατάλαβαν οι αρχές ότι, ενώ τα πρώτα μέτρα θεραπείας και πρόληψης της λοίμωξης αυτής είχαν αρχίσει να εφαρμόζονται, οι κωφοί παρέμεναν χωρίς πληροφόρηση, εντελώς εκτεθειμένοι στον κίνδυνο με αποτέλεσμα να γίνονται οι ίδιοι φορείς της επέκτασης της επιδημίας. Μπροστά σ’ ένα τέτοιο θέμα δημόσιας υγείας, ολόκληρη κατηγορία πληθυσμού βρισκόταν αποκλεισμένη. Οι πρώτες κινητοποιήσεις στις αρχές της δεκαετίας του ’90 έφεραν ακούοντες ιατρούς σε επαφή με κωφό κοινό σε δημόσιες ομηλίες, με συνδετικό κρίκο τους διερμηνείς, για να διαδοθούν οι πληροφορίες περί AIDS στην κοινότητα κωφών. Η προσπάθεια αυτή γρήγορα αποδείχθηκε μάταιη. Ο τρόπος έκφρασης των ιατρών που δεν γνώριζαν ούτε τη γλώσσα ούτε την κουλτούρα των κωφών και το γεγονός ότι η πληροφόρηση περνούσε από το στενό και μοναδικό κανάλι της διερμηνείας έκανε το εγχείρημα τελείως αναποτελεσματικό. Αποφάσισαν τότε κάποιοι κωφοί να κινητοποιηθούν οι ίδιοι. Δημιούργησαν ομάδες που δέχτηκαν εκπαίδευση για το AIDS από τους ιατρούς, πάντα με διερμηνείς, και που διέδωσαν μετά ομαδικά το λόγο με όλο τον πλούτο των νοημάτων και των εικόνων της νοηματικής γλώσσας στην κοινότητα των κωφών, με μοναδική αποτελεματικότητα αυτή τη φορά.
Αυτό όμως δεν έφτανε. Η εμπειρία αυτή έδειξε ότι χρειάζονταν χώροι όπου οι οροθετικοί κωφοί θα μπορούσαν να παρακολουθούνται. Κι εκεί τέθηκαν δύο προβλήματα. Πρώτον, παρόλο που ήταν σωστή η ιδέα να παραπέμπονται οροθετικοί κωφοί σ’ ένα συγκεκριμένο χώρο όπου θα τους παρείχαν πληροφορίες και περίθαλψη, ήταν αδύνατον να τηρηθεί η εμπιστευτικότητα της συνεδρίας. Φαντάζεστε πώς μπορούσαν κωφοί να μαζεύονται σ’ ένα θάλαμο αναμονής ενώ και μόνο η παρουσία τους εκεί δήλωνε ότι έπασχαν από AIDS… Δεύτερον, συνήθιζαν οι κωφοί ασθενείς να ζητάνε συνεδρίες με «διερμηνέα» ένα μέλος της οικογένειάς τους. Μπορείτε κι εκεί να φανταστείτε πόσο ακατάλληλη μπορούσε να είναι η «διερμηνεία» αυτή από μέρους συγγενών που δεν κατείχαν πραγματικά τη νοηματική γλώσσα, πόσο μάλλον σ’ έναν πολύ ειδικευμένο χώρο, και από την άλλη ο οροθετικός κωφός βρισκόταν μπροστά στο δίλημμα ή να μην πει τίποτα, ή να δηλώσει λεπτομέρειες της ζωής του μπροστά σε συγγενείς στους οποίους κανονικά θα ήθελε να αποκρύψει αυτά τα στοιχεία. Δεν υπήρχε εμπιστευτικότητα.
Ορισμένοι επαγγελματίες της υγείας οι οποίοι είχαν συνείδηση της επιδημίας του AIDS αλλά και του πιο γενικού αποκλεισμού των κωφών από κάθε μορφή περίθαλψης και πρόληψης για παθήσεις όπως το διαβήτη, τον καρκίνο, την κατάθλιψη κλπ… όπως και για την παρακολούθηση της εγκυμοσύνης, απαίτησαν την ίδρυση μιας μονάδας που θα δεχόταν όχι μόνο τους οροθετικούς κωφούς, αλλά όσους χρειάζονται ιατρική και ψυχιατρική περίθαλψη. Και τελικά, το 1995, άνοιξε για πρώτη φορά στη Γαλλία σε δημόσιο νοσοκομείο, μια μονάδα περίθαλψης κωφών. Αυτή τη στιγμή, λειτουρούν 19 τέτοιες μονάδες σε όλη τη Γαλλία, στα πλαίσια του δημοσίου.
Αυτές οι μονάδες έχουν ως αρχές :
– Πρώτον, όλα τα μέλη της μονάδας να κατέχουν τη νοηματική.
– Δεύτερον, να προσληφθούν στη μονάδα διερμηνείς για τις συνεδρίες με ιατρούς ειδικοτήτων εκτός μονάδας.
– Τρίτον, να προσληφθούν κωφοί επαγγελματίες, δηλαδή συνάδελφοι που τους χαρακτηρίζει το ότι κατέχουν ορισμένα διπλώματα, και σαν επαγγελματίες εκπαιδεύονται επιτόπου πάνω στη λειτουργία του νοσοκομείου, τις διαδικασίες περίθαλψης, τις εξετάσεις, και από την άλλη πλευρά το ότι είναι κωφοί που έχουν βιωματική εμπειρία της ζωής ενός κωφού και που κατέχουν άπταιστα τη νοηματική γλώσσα.
Αυτοί οι επαγγελματίες ονομάστηκαν «διαμεσολαβητές» και μπορώ να πω χωρίς ενδοιασμό ότι ένα μεγάλο μέρος, αν όχι το μεγαλύτερο μέρος, της επιτυχίας των μονάδων, το χρωστάμε στην παρουσία των κωφών μας συναδέλφων. Σ’ αυτό το σχήμα, οι κωφοί παύουν να είναι οι καϋμένοι ταλαίπωροι στους οποίους καλοθελητές ακούοντες έρχονται σε βοήθεια – δηλαδή σπάει το φιλανθρωπικό σχήμα – και γίνονται οι επαγγελματίες που δέχονται συμπολίτες με τους οποίους μοιράζονται πολιτισμικά και φυσικά κοινά στοιχεία ακριβώς όπως παρέχεται περίθαλψη στους ακούοντες συμπολίτες τους.
Όπως καταλαβαίνετε, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα μπορούσε να έχει προχωρήσει χωρίς την παρουσία των διερμηνέων. Η εμφάνιση των επαγγελματιών διερμηνέων, τη δεκαετία του ’80 στη Γαλλία, αποδείχτηκε η μεγάλη αφετηρία περαιτέρω κινητοποιήσεων. Κατ’ αρχήν, για πρώτη φορά οι κωφοί μπόρεσαν να εκφράσουν τις ιδέες τους, τις διεκδικήσεις τους ώστε να ακουστούν και να ληφθούν υπόψη από τους ακούοντες. Δεν είναι σπάνιο, ακόμα και σήμερα, ακόμα και μέσα σε οικογένειες, να θεωρούνται οι κωφοί καθυστερημένοι έτσι ώστε, χάρη στη διερμηνεία, όταν ακούνε οι ακούοντες τι έχουν να πουν οι κωφοί, να μένουν άναυδοι και να ρωτάνε : «τα λέει όλ’ αυτά;;;». Από την άλλη μεριά, γρήγορα οι κωφοί κατάλαβαν, χάρη στη διερμηνεία, ότι οι ακούοντες που εξιδανίκευαν, δεν ήταν θεοί και έλεγαν ενίοτε ανούσια πράγματα, πράγμα το οποίο τους έφερε στην αναβάθμιση του ίδιου του εαυτού τους και στην απομυθοποίηση των δήθεν παντοδύναμων ακουόντων.
Θέλω επίσης να τονίσω ότι πολύ συχνά, παρουσιάζουμε τους διερμηνείς ως διερμηνείς των κωφών. Ποτέ τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ο διερμηνέας είναι γλωσσική γέφυρα ανάμεσα σε δύο άτομα που δεν μιλούν την ίδια γλώσσα. Το βοήθημα που παρέχει είναι εξίσου πολύτιμο για τον ακούοντα που δεν μπορεί να γίνει κατανοητός ή να καταλάβει το συνομιλητή του χωρίς αυτόν. Ο διερμηνέας, λοιπόν, είναι για όλους. Με κανέναν τρόπο δεν είναι « ο διερμηνέας των κωφών».
Σε διάφορους τομείς της κοινωνίας, αναδείχθηκαν στη Γαλλία σπουδαίες εξελίξεις για το παρόν και το μέλλον των κωφών. Ιδρύθηκαν δομές που δεν υπήρχαν μέχρι τότε. Ένα παράδειγμα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, μετά από πολύχρονες ζυμώσεις μεταξύ αστυνομίας, μονάδων στρατού επιφορτισμένων με την ασφάλεια του πληθυσμού, πυροσβεστικής και γαλλικού ΕΚΑΒ, δημιουργήθηκε ένα κέντρο που δέχεται σε εθνικό επίπεδο όλες τις επείγουσες κλήσεις μέσω ενός τριψήφιου αριθμού, το 114, από μέρους των ατόμων που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν το τηλέφωνο για μια κλήση πρώτης αναγκης: πυρκαγιά, κίνδυνος φόνου, πνιγμός, καρδιακή προσβολή κλπ… Οι κωφοί μπορούν να καλέσουν το κέντρο αυτό με φαξ, με SMS, με μέιλ, με βιντεοκλήση για νοηματική, με γραπτό λόγο… Το κέντρο αυτό συγκεντρώνει όλες τις κλήσεις, μπορεί να εντοπίσει από πού προέρχονται μέσω GPS και τις διοχετεύει κατευθείαν στις αρμόδιες τοπικές υπηρεσίες που επεμβαίνουν άμεσα. Το κέντρο προσέλαβε ακούοντες και κωφούς επαγγελματίες ειδικά εκπαιδευμένους και θέλω να τονίσω ότι δεν εξυπηρετεί μόνο κωφούς σε κατάσταση κινδύνου, αλλά δίνει στους κωφούς τη δυνατότητα να σώσουν τη ζωή ενός συμπολίτη, καλώντας το κέντρο αυτό. Όπως στο παράδειγμα των διερμηνέων, βλέπουμε πως η δημιουργία γεφύρων εξασφαλίζει ίση μεταχείριση των συμπολιτών, είτε είναι κωφοί, είτε είναι ακούοντες. Σε κάθε περίπτωση, οι μηχανισμοί αυτοί δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ίση μεταχείριση των πολιτών και σε καμία περίπτωση δεν ενισχύουν διακρίσεις : ο διερμηνείας είναι «της συνεδρίας» και όχι «του κωφού», παρομοίως, το 114 είναι «του κινδύνου» και όχι «του κωφού».
Θα μπορούσα να απαριθμήσω άλλους θεσμούς και μηχανισμούς στους τομείς της υγείας, της εκπαίδευσης, της δικαιοσύνης, των ΜΜΕ κλπ… αλλά δε με παίρνει ο χρόνος. Θα ήθελα να αναφερθώ όμως σε ορισμένα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας.
Στην Ελλάδα, η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα αναγνωρίστηκε με τον Νόμο 2817/2000 ως η επίσημη γλώσσα των Κωφών και Βαρήκοων Ατόμων μόνο στον τομέα της εκπαίδευσης.
Το Ελληνικό Κοινοβούλιο με τον Νόμο 4074/2012 κύρωσε τη Σύμβαση του Ο.Η.Ε. του 2006 για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες και του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου σ’ αυτή κατοχυρώνοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, ήτοι και των Κωφών και Βαρήκοων πολιτών της χώρας.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα αναγνωρίζεται ως πρώτη γλώσσα των κωφών και βαρήκοων μαθητών με τον νόμο 2817/2000. Από το 2000, σύμφωνα με τον προαναφερόμενο νόμο, αλλά και τον 3699/2008, η γνώση της Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας αποτελεί υποχρεωτικό προσόν για την πρόσληψη νέων επαγγελματιών στην εκπαίδευση κωφών μαθητών. Με τον Νόμο 4488/2017 (Άρθρο 65, παράγραφος 2), η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα αναγνωρίζεται ως ισότιμη με την ελληνική γλώσσα. Επιπλέον, ο νόμος ορίζει ότι το κράτος λαμβάνει μέτρα για την προώθησή της, καθώς και για την κάλυψη όλων των αναγκών επικοινωνίας των κωφών και βαρήκοων πολιτών.
Στην Ελλάδα επίσης, υπάρχουν κι άλλες πρωτοβουλίες πέραν του νομοθετικού πλαισίου : το Πανεπιστήμιο της Πάτρας ίδρυσε έδρα νοηματικής γλώσσας, εκπαιδεύονται διερμηνείς σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, άνοιξαν δίγλωσσα σχολεία από το νηπιαγωγείο ως το λύκειο στην Πάτρα, στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, και παρόλο που στο χώρο της υγείας, οι πρωτοβουλίες είναι ακόμα μετρημένες – τουλάχιστον εγώ δεν τις γνωρίζω καλά – διευρύνεται εμφανώς το ενδιαφέρον για τη νοηματική γλώσσα, την κουλτούρα των κωφών και το ρόλο αυτών στην κοινωνία.
Πρέπει να ξέρετε ότι λίγες χώρες ανά τον κόσμο διαθέτουν τόσο προχωρημένους νόμους όσο τους ελληνικούς. Στη Γαλλία, ο νόμος για τα ΑμΕΑ του 2005 αναγνωρίζει τη νοηματική γλώσσα ως άρτια γλώσσα αλλά δεν την αναγνωρίζει ως ισότιμη με την προφορική γαλλική γλώσσα. Ένα διάταγμα του 1991 δίνει το δικαίωμα στους γονείς να διαλέξουν ελεύθερα μεταξύ δίγλωσσης εκπαίδευσης στα σχολεία (γαλλικά και νοηματική) και μονόγλωσσης (μόνο γαλλικά). Όμως, οι περισσότερες οικογένειες που διαλέγουν τη δίγλωσση αναγκάζονται να μετακομίσουν για να έρθουν πιο κοντά σ’ ένα από τα λίγα, πεντε ή έξη, σχολεία που για όλη τη Γαλλία, παρέχουν αυτή την εκπαίδευση.
Βλέπουμε πως το πλαίσιο του νόμου δε φτάνει για να λυθούν τα πρακτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι κωφοί, παιδιά κι ενήλικες. Παρόλ’ αυτά, κάθε φορά που εμφανίζεται ένας καινούργιος φορέας, που αναδύονται νέες πρακτικές και που θεσμοποιούνται καινούργιες λειτουργίες, οι επιπτώσεις στους άλλους τομείς είναι πάντα θετικές για τον πληθυσμό των κωφών, ακόμα και σε διεθνές πλαίσιο. Στην Τυνησία πέρσι, μετά τα κινήματα της « αραβικής άνοιξης », στην Ουρουγουάη το 2012, στην Αργεντινή το 2015, πριν τρείς εβδομάδες στο Σαντιάγο της Χιλής, άνοιξαν οι πρώτες μονάδες περίθαλψης κωφών. Κάθε πρωτοβουλία έχει παράπλευρες επιπτώσεις. Οι θεσμικές αυτές αλλαγές, που συχνά δεν έχουν και τόσο θεαματικό χαρακτήρα, αποτελούν στοιχεία προόδου και εντάσσονται σε ευρύτερο δημοκρατικό αγώνα για την αναγνώριση της διαφορετικότητας και τη συμβίωση με αλλήλους.
Πριν τελειώσω, δεν θα παραμελήσω να σας θυμίσω να παραβρεθείτε στο Διεθνές Συνέδριο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κωφών που θα λάβει μέρος στο Παρίσι τον Ιούλιο του 2019, όπου όλα αυτά τα θέματα και άλλα πολλά θα συζητηθούν σίγουρα.
Σας ευχαριστώ.